Έμφραγμα μυοκαρδίου: Μπορώ να το προλάβω;
Έμφραγμα συμβαίνει όταν μία στεφανιαία αρτηρία, δηλαδή μία από τις τρεις βασικές αρτηρίες που μεταφέρουν οξυγόνο και θρεπτικές ουσίες στο μυ της καρδιάς, αποφραχθεί αιφνίδια με αποτέλεσμα τη νέκρωση του τμήματος εκείνου του μυοκαρδίου που αρδεύεται από τη συγκεκριμένη αρτηρία.
Η συνηθέστερη αιτία εμφραγμάτων στο δυτικό κόσμο είναι η αθηρωμάτωση των στεφανιαίων αρτηριών. Όταν γεννιόμαστε, η εσωτερική επένδυση των αγγείων (ενδοθήλιο) είναι λεία και ομαλή, με αποτέλεσμα το αίμα να ρέει φυσιολογικά, χωρίς κώλυμα. Ο τραυματισμός του ενδοθηλίου είναι η αρχή του κακού και φαίνεται πως προκαλείται συχνότερα σε καπνιστές, παχύσαρκους, σε ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη, ή αρτηριακή υπέρταση. Επακόλουθο του αγγειακού τραυματισμού είναι η συσσώρευση τοπικά της LDL (κακής) χοληστερόλης και η δημιουργία μιας αθηρωματικής πλάκας, δηλαδή μιας στένωσης του αυλού του αγγείου. Η αθηρωματική πλάκα είτε αυξάνεται σιγά-σιγά με την πάροδο του χρόνου, οπότε συνήθως προειδοποιεί για την ύπαρξή της, με την εμφάνιση συμπτωμάτων όπως πόνος ή δύσπνοια κατά την κόπωση, είτε πυροδοτεί αιφνίδια το μηχανισμό της θρόμβωσης, οπότε μπορεί η πρώτη εκδήλωση να είναι το έμφραγμα του μυοκαρδίου.
Τι σημαίνει η εμφάνιση πόνου στο στήθος στην κόπωση;
Ο βασικός σκοπός της καρδιάς είναι η εξασφάλιση αιματικής παροχής με σκοπό την επαρκή μεταφορά οξυγόνου και θρεπτικών ουσιών στους ιστούς. Το γρήγορο περπάτημα, η άσκηση, η κατανάλωση ενός μεγάλου γεύματος απαιτούν περισσότερη ιστική οξυγόνωση και συνεπώς το έργο της καρδιάς είναι μεγαλύτερο κατά τη διάρκεια της σωματικής κόπωσης.
Η παρουσία στένωσης 70% του αυλού της στεφανιαίας αρτηρίας δεν επηρεάζει την αιμάτωση του μυοκαρδίου σε ηρεμία, όμως στη κόπωση όπου ο μυς χρειάζεται και ο ίδιος περισσότερη ενέργεια για να αντεπεξέλθει στις αυξημένες ανάγκες, αποκαλύπτεται η πλημμελής αιμάτωση, ή όπως συνηθίζεται να λέγεται η ισχαιμία. Η μυοκαρδιακή ισχαιμία εκδηλώνεται τυπικά με πόνο που μοιάζει με σφίξιμο, πίεση ή κάψιμο στο στήθος κυρίως πίσω από το στέρνο, στο επιγάστριο, στο τράχηλο και την κάτω γνάθο, και στο αριστερό άνω άκρο. Γι’ αυτό πολλές φορές ο πρώτος γιατρός που έρχεται σε επαφή με το στεφανιαίο ασθενή είναι ο γαστρεντερολόγος, ο ορθοπεδικός ή ακόμα και ο οδοντίατρος. Σπανιότερα μπορεί να μην υπάρχει καθόλου πόνος (κυρίως σε διαβητικούς ασθενείς), αλλά εμφάνιση δύσπνοιας σε μικρή κόπωση. Χαρακτηριστική είναι εξάλειψη των συμπτωμάτων λίγα λεπτά μετά τη διακοπή της κόπωσης.
Η εμφάνιση συμπτωμάτων στην κόπωση συχνά ανησυχεί τους ασθενείς και ορθά καταφεύγουν σε αναζήτηση ιατρικής συμβουλής για τη διάγνωση και έγκαιρη σταθεροποίηση της στεφανιαίας νόσου.
Έμφραγμα χωρίς προειδοποίηση. Τι πρέπει να γνωρίζω;
Δυστυχώς η εξέλιξη της αθηρωματικής πλάκας δεν είναι προβλέψιμη και ιδιαίτερα όταν η πλάκα είναι ασταθής. Ακόμα και αν δεν προκαλεί σημαντική στένωση του αυλού του αγγείου, μπορεί να υποστεί ρήξη με αποτέλεσμα τη θρόμβωση και την απόφραξη μια στεφανιαίας αρτηρίας, με αποτέλεσμα την ισχαιμία και νέκρωση τμήματος του μυοκαρδίου. Τα συμπτώματα είναι παρόμοια με όσα προαναφέρθηκαν, όμως είναι μεγαλύτερης έντασης και διάρκειας > 20 λεπτά και δεν υποχωρούν με διακοπή της κόπωσης ή εμφανίζονται και σε ηρεμία.
Το κλείσιμο μιας στεφανιαίας αρτηρίας ενέχει δυο μεγάλους κινδύνους. Ο πρώτος είναι η εμφάνιση θανατηφόρων αρρυθμιών στην πρώτη φάση, γι’ αυτό άλλωστε 1 στους 4 ασθενείς με οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου παθαίνει ανακοπή πριν προλάβει να φτάσει στο νοσοκομείο. Ο δεύτερος είναι η καρδιακή ανεπάρκεια, δηλαδή η δυσλειτουργία της καρδιάς μετά από τη νέκρωση ενός τμήματός της. Έτσι, ο ασθενής που παθαίνει έμφραγμα πρέπει να αναζητά το ταχύτερο δυνατό μεταφορά με ασθενοφόρο σε νοσοκομείο, όπου υπάρχει η δυνατότητα διάνοιξης της αποφραγμένης αρτηρίας, είτε φαρμακευτικά με θρομβόλυση, είτε επεμβατικά με αγγειοπλαστική (μπαλονάκι).
Κάθε λεπτό που περνάει από την έναρξη των συμπτωμάτων μέχρι τη διάνοιξη της ένοχης αρτηρίας είναι εις βάρος των μυοκαρδιακών κυττάρων που νεκρώνονται σαν αποτέλεσμα της ισχαιμίας. Γενικά, ο στόχος είναι η αποκατάσταση της βατότητας της αρτηρίας εντός 120 λεπτών από την έναρξη των συμπτωμάτων. Βασικές εξετάσεις που επιβεβαιώνουν το οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου και το διαχωρίζουν από άλλες καταστάσεις που μπορεί να εκδηλώνονται με παρόμοια συμπτωματολογία είναι το ηλεκτροκαρδιογράφημα και η ανίχνευση στο αίμα ειδικών καρδιακών δεικτών (ένζυμα, τροπονίνη) που αυξάνονται όταν υπάρχει μυοκαρδιακή νέκρωση. Το σημαντικότερο στοιχείο στο ηλεκτροκαρδιογράφημα είναι οι τυχόν αλλαγές από προηγούμενο, γι’ αυτό οι ασθενείς που προσέρχονται για καρδιολογική εξέταση επιβάλλεται να έχουν μαζί τους και παλαιότερο για σύγκριση.
Τι εξετάσεις πρέπει να κάνω για να προλάβω το έμφραγμα;
Δυστυχώς δεν υπάρχουν εξετάσεις που να μπορούν να ανιχνεύσουν την έκταση και της πρόγνωση της στεφανιαίας νόσου στο γενικό πληθυσμό. Βέβαια υπάρχουν υποομάδες ανθρώπων με ενδιάμεσο κίνδυνο για στεφανιαία νόσο, ανάλογα με την ηλικία, το φύλο, την ύπαρξη συμπτωματολογίας και προδιαθεσικών παραγόντων, οι οποίοι επιβάλλεται να διερευνηθούν με δοκιμασία κοπώσεως ή σπινθηρογράφημα μυοκαρδίου ή δυναμικό ηχωκαρδιογράφημα, ή ακόμα και στεφανιογραφία ώστε να λάβουν την ενδεδειγμένη θεραπευτική αγωγή.
Η αγγειοπλαστική προλαβαίνει ή θεραπεύει το έμφραγμα;
Η αγγειοπλαστική με μπαλόνι και η τοποθέτηση ενδοστεφανιαίας πρόθεσης αποτελούν μεγάλο επίτευγμα των τελευταίων δεκαετιών για τη θεραπεία του εμφράγματος του μυοκαρδίου, διότι διανοίγουν την επαπειλούμενη ή αποφραγμένη αρτηρία, με αποτέλεσμα να διασώζεται μυοκάρδιο. Όμως, δυστυχώς δεν αποτελούν θεραπεία της στεφανιαίας νόσου, διότι η στεφανιαία νόσος είναι διάχυτη νόσος και δεν εντοπίζεται μόνο εκεί όπου ανιχνεύονται σημαντικές αθηρωματικές βλάβες. Αυτό σημαίνει πρακτικά ότι ακόμα και αν όλοι υποβληθούμε σε στεφανιογραφία, δηλαδή σε απεικόνιση της ανατομίας των στεφανιαίων αρτηριών, κανείς δε θα μπορεί να προβλέψει ποιος ασθενής είναι περισσότερο υποψήφιος για έμφραγμα, μια και όπως προαναφέρθηκε οι αθηρωματικές πλάκες που μπορεί να υποστούν ρήξη, θρόμβωση και απόφραξη δε σχετίζονται με το μέγεθος της απόφραξης που προκαλούν αλλά περισσότερο με τη σύστασή τους. Επίσης, ακόμα και η διόρθωση της σημαντικής βλάβης από μόνη της δεν είναι συχνά αρκετή και η πρόοδος της στεφανιαίας νόσου ξαναφέρνει τον ασθενή στο νοσοκομείο με νέες βλάβες, συνήθως εκεί όπου έχει προηγηθεί αγγειοπλαστική. Η καλύτερη λοιπόν θεραπεία της στεφανιαίας νόσου είναι η πρόληψη. Η ύπαρξη προδιαθεσικών παραγόντων και η έκθεση σε τοξικούς παράγοντες τροποποιούν το γενετικό υπόστρωμα που διαθέτει ο καθένας από μας και προκαλεί την εμφάνιση της στεφανιαίας νόσου σε άλλοτε άλλη ηλικία, με άλλοτε άλλη βαρύτητα και εκδηλώσεις. Έτσι αν και όλοι γνωρίζουμε κάποιον που καπνίζει και ζει μέχρι τα ενενήντα, δε γνωρίζουμε το προφανώς ευνοϊκό γενετικό του προφίλ που τον προστάτευσε έως αυτή την ηλικία. Σε γενικές όμως γραμμές, η ύπαρξη των προδιαθεσικών παραγόντων στον κάθε έναν από μας ξεχωριστά επιδεινώνει την κατάσταση των αγγείων του συγκεκριμένου ατόμου και όχι μόνο των αγγείων της καρδιάς, με αποτέλεσμα την εμφάνιση στεφανιαίας νόσου, αγγειακού εγκεφαλικού, νόσου καρωτίδων, νεφρικής ανεπάρκειας ή περιφερικής αγγειοπάθειας. Η ισορροπημένη διατροφή, η άσκηση, η διατήρηση φυσιολογικού σωματικού βάρους, η διακοπή του καπνίσματος, η ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης, της χοληστερίνης και του σακχάρου του αίματος είναι πρωταρχικής σημασίας.
Πηγή: Περιοδικό Ευεξία και Διατροφή, τεύχος 53, Ιανουάριος-Φεβρουάριος 2012, σελ. 26