Τι γίνεται κατά την διάρκεια και μετά από μια σωματική άσκηση;
Σωματική άσκηση Σακχάρώδη Διαβήτη Τύπου 2
- Στους μη διαβητικούς
Το πάγκρεας εκκρίνει γρήγορα τόση ινσουλίνη όση ακριβώς χρειάζεται. Στη διάρκεια της άσκησης η έκκριση της ελαττώνεται ενώ αυξάνεται η έκκριση των αντιρροπιστικών ορμονών (γλυκαγόνη, κορτιζόλη, κατεχολαμίνες, αυξητική ορμόνη). με αποτέλεσμα την απελευθέρωση γλυκόζης που είναι αποθηκευμένο στο ήπαρ. Ταυτόχρονα τα ελεύθερα λιπαρά οξέα από το λιπώδη ιστό καταναλώνονται από τους μύες. Η γλυκόζη με αυτούς τους μηχανισμούς προσπαθεί να παραμείνει σταθερή χωρίς να συμβαίνει υπογλυκαιμία.
- Στους διαβητικούς
Είτε βρίσκονται σε θεραπεία με δισκία είτε κάνουν χρήση ινσουλίνης η ινσουλίνη που κυκλοφορεί στον οργανισμό δεν έχει πια την ευελιξία και την προσαρμοστικότητα στις διάφορες μεταβολές τα γλυκόζης που παρατηρούνται στη σωματική άσκηση.
Αν ο διαβήτης είναι καλά ρυθμισμένος είτε με τη χρήση δισκίων είτε με τη χορήγηση ινσουλίνης, η μυϊκή άσκηση δεν πρέπει να είναι επίπονη αλλά κατά προτίμηση ‘’προγραμματισμένη’’. Μ’ αυτό τον τρόπο θα έχουμε μείωση της γλυκόζης του αίματος αλλά επιπλέον θα χρειαστεί να μειώσουμε, κατά 10-40 και περισσότερο την ενέσιμη ινσουλίνη για την έναρξη της αθλητικής ενασχόλησης στον ινσουλινοθεραπευόμενο διαβητικό τύπο 2. Για να αποφύγουμε την εξάντληση του γλυκογόνου (μυϊκός κάματος) θα πρέπει να λαμβάνεται υδατανθρακούχος τροφή κατά τη διάρκεια ή μετά την άσκηση ιδίως αν η άσκηση αυτή ξεπερνά τη μια ώρα.
Μ΄ αυτόν τον τρόπο αποφεύγουμε το δυσάρεστο αίσθημα της υπογλυκαιμίας.
Αν ο διαβήτης δεν είναι καλά ρυθμισμένος με ανεπαρκή ποσότητα ινσουλίνης στον οργανισμό (ανεξάρτητα χρήσεως δισκίων είτε ινσουλίνης) τότε παρατηρείται υπογλυκαιμία. Η γλυκόζη δεν αποσύρεται από την κυκλοφορία αλλά παραμένει αυξημένη λόγω έλλειψης ινσουλίνης. Επιπλέον η γλυκόζη που παράγεται από το ήπαρ (νεολυκογένεση – γλυκογόνο- λύση) προστίθεται στην ήδη αυξημένη γλυκόζη. Οι μύες δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν τη γλυκόζη αλλά μόνο λιπαρά οξέα (που είναι σε περίσσεια λόγω της έλλειψης ινσουλίνης) με αποτέλεσμα την παραγωγή κετονικών σωμάτων-οξέων (κετοξέωση).
Αν ο διαβήτης δεν είναι καλά ρυθμισμένος και η κυκλοφορούμενη ινσουλίνη σε περίσσεια τότε το ήπαρ διατηρεί τα αποθέματα του γλυκογόνου, λόγω αυτής της περίσσειας ινσουλίνης, ενώ δεν αποβάλλει αρκετή γλυκόζη. Οι μύες όμως συνεχίζουν να καταναλώνουν μεγάλα ποσά γλυκόζης λόγω των αυξημένων αναγκών. Έτσι τα αποθέματα του γλυκογόνου των μυών εξαντλούνται γρήγορα, επανέρχεται σύντομα ο μυικός κάματος και όλα αυτά γιατί δεν έγινε πρόβλεψη να μειωθεί η ποσότητα της ινσουλίνης ή των δισκίων πριν τη μυική άσκηση ή δεν ελήφθη συμπληρωματικό υδατανθρακούχο γεύμα έτσι ώστε να μην έχουμε κίνδυνο υπογλυκαιμίας.
Άξιον να τονιστεί είναι ότι ανάλογα με την αθλητική δραστηριότητα πρέπει να επιλέγεται και το σημείο ένεσης της ινσουλίνης. Προτιμότερο η ένεση να γίνεται υποδόρια στο τοίχωμα της κοιλίας παρά στον μηρό ή το χέρι όπου στη διάρκεια της άσκησης η διάταση των αιμοφόρων αγγείων έχει σαν αποτέλεσμα τη γρήγορη διάχυση της ινσουλίνης στη κυκλοφορία και επομένως μεγαλύτερο κίνδυνο υπογλυκαιμίας. Η επισήμανση αυτή έχει σημασία και στον ΣΔ-2 ιδιαίτερα στον ΣΔ-1.