Anats S.A. Logo
Blog archive

Τι γνωρίζουμε μέχρι στιγμής για τα Rapid Test του Κορονοϊού;

Τι είναι το Rapid Test

Τα Rapid Tests ή Τεστ Ταχείας Ανίχνευσης Αντιγόνου (Rapid Test) ανιχνεύουν το αντιγόνο του ίδιου του ιού, μέσα σε λίγα λεπτά. Σύμφωνα με τους ειδικούς, η εγκυρότητα του rapid test μπορεί να αγγίζει ακόμα και το 90%.

Πώς γίνεται το Rapid Test;

Το δείγμα συλλέγεται είτε από τη μύτη, είτε με τη λήψη επιχρίσματος από το στόμα. Οι λωρίδες που υπάρχουν στο κουτί του Rapid Test περιλαμβάνουν αντισώματα αντιγόνου που ενεργοποιούν κάποιο συγκεκριμένο ένζυμο.
Στην περίπτωση που το rapid test κορονοϊού βγει θετικό, τότε θα παράξει μια εμφανή χρωστική.

Τα Rapid Test τέτοιου τύπου είναι ιδανικά για τον εντοπισμό υψηλού ιικού φορτίου, όταν και ο κορονοϊός είναι ιδιαίτερα μεταδοτικός.

Προκειμένου να πραγματοποιηθεί το rapid test, εισάγεται μια μπατονέτα ως 3 με 4 εκατοστά στη ρινική κοιλότητα και την περιστρέφουμε (ενδεικτικά) πέντε φορές πριν την αφαιρέσουμε.

Στη συνέχεια, η μπατονέτα τοποθετείται στο δείγμα με το υγρό που παρέχεται στο kit και αναμένεται το αποτέλεσμα σε 15-30 λεπτά.

Η εταιρεία μας διαθέτει το Νο1 Rapid Test της Joysbio το οποίο είναι ταχείας ανίχνευσης του Αντιγόνου του Κορονοϊού.

Ποια η διαφορά μεταξύ Rapid Test και μοριακού Test

Τα Rapid Test είναι θεμελιωδώς διαφορετικά από τα εργαστηριακά μοριακά τεστ που χρησιμοποιούνται κυρίως αυτήν τη στιγμή και γι’ αυτό πρέπει να αξιολογούνται διαφορετικά. Τα εργαστηριακά μοριακά τεστ έχουν σχεδιαστεί για χρήση σε συμπτωματικά άτομα, είναι σχετικά υψηλού κόστους και χαρακτηρίζονται από υψηλή αναλυτική ευαισθησία και δυνατότητα διάγνωσης με μία ανάλυση.

Αντίθετα, τα Rapid Test δίνουν άμεσα αποτελέσματα και γι’ αυτό μπορούν να περιορίσουν την ασυμπτωματική εξάπλωση, ενώ παράλληλα είναι σχετικά φθηνά και πολύ πιο εύκολο να εκτελεστούν και έτσι μπορούν να επαναλαμβάνονται πολλές φορές μέσα σε μία εβδομάδα. Τα εργαστηριακά μοριακά τεστ δεν είναι τα πλέον κατάλληλα για χρήση σε δειγματοληπτικούς ελέγχους, διότι μετά τη συλλογή, απαιτείται μεταφορά των δειγμάτων σε κεντρικά εργαστήρια με ειδικά μηχανήματα, και στελεχωμένα από ειδικούς, κάτι που αυξάνει το κόστος, μειώνει τη συχνότητα και μπορεί να καθυστερήσει τα αποτελέσματα κατά μία ή περισσότερες ημέρες.

Το κόστος και η προσπάθεια που απαιτείται στα μοριακά τεστ μειώνει τον αριθμό των ατόμων που μπορούν και πρέπει να ελεγχθούν, ενώ ακόμη και όταν η τρέχουσα προσέγγιση παρακολούθησης εντοπίζει μολυσμένα άτομα, αυτά μπορούν ακόμα να εξαπλώσουν τη λοίμωξη για μέρες πριν από την ειδοποίηση, η οποία περιορίζει τον αντίκτυπο της απομόνωσης και της ανίχνευσης επαφών.

Μέχρι σήμερα...

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) έχει καταγράψει περίπου 300 εκατομμύρια επιβεβαιωμένες λοιμώξεις από τον SARS-CoV-2 και 5,5 εκατομμύρια θανάτους από COVID-19. Τα ειδικά τεστ για τον ιό είναι ιδιαίτερα κρίσιμα για τον εντοπισμό των ατόμων με COVID-19, για τη μείωση της διασποράς του ιού και για την ενημέρωση των Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας που ασχολούνται με τον έλεγχο των λοιμώξεων. Δυστυχώς, η χαμηλή πρόσβαση μεγάλου μέρους του πληθυσμού στα διαγνωστικά τεστ και η ελλιπής αναφορά των περιστατικών με COVID-19 στον ΠΟΥ, υποδεικνύουν ότι οι αριθμοί αυτοί αντιπροσωπεύουν μόνο ένα τμήμα των συνολικών λοιμώξεων και θανάτων από την πανδημία της COVID-19.

Σήμερα τα περίπου 400 rapid τεστ που έχουν λάβει έγκριση από τον Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) των ΗΠΑ για τη διάγνωση της λοίμωξης από τον SARS-CoV-2 χωρίζονται σε δύο τύπους: (1) αυτά που ανιχνεύουν το γενετικό υλικό (δηλ. τα γονίδια) του ιού (μοριακά rapid τεστ) και (2) αυτά που ανιχνεύουν πρωτεΐνες-αντιγόνα του ιού (αντιγονικά rapid τεστ).

Τα rapid τεστ χρησιμοποιούνται από άτομα με συμπτώματα της COVID-19 (συμπτωματικά άτομα) και από άτομα που δεν έχουν συμπτώματα, αλλά ήρθαν σε στενή επαφή με κρούσμα που νοσεί από COVID-19 ή βρέθηκαν σε περιβάλλον δυνητικά υψηλού κινδύνου μετάδοσης του SARS-CoV-2, όπως για παράδειγμα σε αεροπλάνο ή σε αθλητικές συγκεντρώσεις (ασυμπτωματικά άτομα).

  • Τα συμπτωματικά άτομα που εμφανίζουν οποιοδήποτε σύμπτωμα της COVID-19, ανεξάρτητα από την εμβολιαστική τους κατάσταση, πρέπει να υποβάλλονται το συντομότερο δυνατόν σε rapid τεστ, και να παραμείνουν σε καραντίνα μέχρι την επιβεβαίωση των αποτελεσμάτων του ελέγχου τους. 
  • Τα ασυμπτωματικά άτομα που έχουν εκτεθεί στον SARS–CoV-2 (δηλ. ήρθαν σε στενή επαφή με επιβεβαιωμένο κρούσμα COVID-19), ανεξάρτητα από την εμβολιαστική τους κατάσταση, πρέπει να ελέγχονται άμεσα και εντός 48 ωρών με rapid τεστ, αλλά και για δεύτερη φορά 5-7 ημέρες μετά την αρχική τους έκθεση, και να παραμείνουν σε καραντίνα. 
  • Τα ασυμπτωματικά άτομα που βρέθηκαν σε περιβάλλον υψηλού κινδύνου μετάδοσης του SARS–CoV-2 πρέπει να ελεγχθούν με rapid τεστ εντός 48 ωρών από την έκθεσή τους.
  • Εάν το rapid τεστ είναι θετικό, θα πρέπει να επαναληφθεί μετά από 2 ημέρες, ειδικά εάν υπάρχει κλινική υποψία για COVID-19 ή εάν ο επιπολασμός της COVID-19 στον πληθυσμό είναι χαμηλός. Εάν στην επανάληψη το rapid τεστ είναι θετικό, τότε πρέπει να επιβεβαιωθεί η λοίμωξη με μοριακό έλεγχο (RT-PCR), το άτομο να μπει σε καραντίνα και να ειδοποιήσει τις υγειονομικές υπηρεσίες. Εάν στην επανάληψη το rapid τεστ είναι αρνητικό, τότε δεν υπάρχουν ενδείξεις λοίμωξης από SARS-CoV-2.
  • Εάν το rapid τεστ είναι αρνητικό, τότε δεν χρειάζεται να επαναληφθεί και το άτομο δεν έχει μολυνθεί από τον ιό.
  • Άτομα με γνωστή έκθεση στον SARS–CoV-2 που δεν είναι εμβολιασμένα ή δεν έχουν κάνει αναμνηστική δόση του εμβολίου τους τελευταίους 6 μήνες και έχουν θετικό rapid τεστ, θα πρέπει να παραμείνουν σε καραντίνα εν αναμονή των αποτελεσμάτων της εξέτασής τους με μοριακό έλεγχο (RT-PCR), ο οποίος συστήνεται να γίνει οπωσδήποτε. Θα πρέπει επίσης να παρακολουθούνται για εμφάνιση συμπτωμάτων.
  • Άτομα που είναι θετικά σε οποιαδήποτε από τις παραπάνω περιπτώσεις,πρέπει να απομονώνονται, να ενημερώνουν τις υγειονομικές υπηρεσίες και επίσης να ενημερώνουν τις στενές επαφές τους για τη λοίμωξή τους.
  • Τα άτομα που υποβάλλονται σε rapid τεστ, θα πρέπει να γνωρίζουν ότι τα αντιγονικά rapid τεστέχουν χαμηλότερη ευαισθησία από τα μοριακά, αλλά ανιχνεύουν τη λοίμωξη νωρίτερα (5-7 ημέρες από την εμφάνιση συμπτωμάτων), το διάστημα δηλαδή που η μεταδοτικότητα λόγω του υψηλού ιικού φορτίου είναι μεγαλύτερη.
  • Σύμφωνα με την οδηγία του Κέντρου Ελέγχου Νοσημάτων (CDC) των ΗΠΑ, άτομα που έχουν εκτεθεί στον ιό πρέπει να ελέγχονται 2 φορές,το 1ο rapid τεστ να γίνεται εντός 48 ωρών και το 2ο rapid τεστ 2 ημέρες μετά το πρώτο αρνητικό τεστ. Αν όμως επιθυμούν να κάνουν μόνο μία φορά rapid τεστ, συστήνεται να ελέγχονται 5-7 ημέρες μετά την έκθεση.
  • Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται τεστ που ανιχνεύουν ειδικά αντισώματα IgG ή IgM για τον SARS-CoV-2. Τα τεστ αντισωμάτων δεν ανιχνεύουν την οξεία λοίμωξη.
  • Θα πρέπει επίσης να είναι σαφές ότι τα ήδη εγκεκριμένα rapid τεστ έχουν επικυρωθεί πριν την εμφάνιση των μεταλλάξεων “δέλτα” και “όμικρον”, και ο FDAαξιολογεί εκ νέου και λεπτομερώς την ευαισθησία και την ειδικότητα όλων των κυκλοφορούντων rapid τεστ για να μειώσει την πιθανότητα ψευδών αποτελεσμάτων .
  • Τέλος, η σύσταση προς όλο τον πληθυσμό είναι να εμβολιαστεί με αναμνηστική δόση το συντομότερο, να περιορίσει τη συμμετοχή του σε συναθροίσεις, και να τηρεί αυστηράτα υγειονομικά μέτρα.

Πηγή: ertnews.gr

Leave your comment